Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: parat , Partie , Partei και parken

Partie <-, -n> [parˈtiː] SUBST θηλ

1. Partie (Teil, Abschnitt):

τμήμα ουδ
μέρος ουδ

3. Partie:

Partie ΘΈΑΤ, ΜΟΥΣ
ρόλος αρσ

4. Partie ΟΙΚΟΝ (bestimmte Menge):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский