Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντίδικος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντίδι|κος (-κη) [anˈdiði|kɔs, -ci] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. αντίδικος (γενικά: αντίπαλος):

αντίδικος (-κη)
Gegner(in) αρσ (θηλ)

2. αντίδικος ΝΟΜ:

αντίδικος (-κη)
Prozessgegner(in) αρσ (θηλ)
αντίδικος (-κη)
Gegenpartei θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский