Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: weltoffen , Pantoffel και Kartoffel

Kartoffel <-, -n> [karˈtɔfəl] ΟΥΣ θηλ

Pantoffel <-s, -n> ΟΥΣ αρσ

ιδιωτισμοί:

être mené(e) par le bout du nez [par sa femme] οικ

weltoffen ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina