Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: pflegeleicht , Pflegemutter , Pflegekraft , Pflegevater , pflegerisch , Pflegesatz και Pflegefall

pflegeleicht ΕΠΊΘ

2. pflegeleicht χιουμ (unproblematisch):

Pflegefall ΟΥΣ αρσ

Pflegesatz ΟΥΣ αρσ

Pflegevater ΟΥΣ αρσ

Pflegekraft ΟΥΣ θηλ

soignant(e) αρσ (θηλ)

Pflegemutter ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina