Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: valvule , valable , vallon , vallée και vallonné

vallonné(e) [valɔne] ΕΠΊΘ

vallon [valɔ͂] ΟΥΣ αρσ

valable [valabl] ΕΠΊΘ

1. valable a. Η/Υ:

5. valable (de qualité):

ordentlich οικ
in Ordnung οικ

7. valable οικ (profitable):

valvule [valvyl] ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina