Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „s'attendrit“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . attendrir [atɑ͂dʀiʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

1. attendrir (émouvoir):

2. attendrir (apitoyer):

II . attendrir [atɑ͂dʀiʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
On sourit, on rit et même on s'attendrit.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina