Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: gemmé και gemme

gemme

gemme → sel

Βλέπε και: sel

sel [sɛl] ΟΥΣ αρσ

1. sel ΜΑΓΕΙΡ:

sel
Salz ουδ

2. sel ΧΗΜ:

sel
Salz ουδ

3. sel (piquant):

sel
Würze θηλ
Witz αρσ

4. sel ΙΑΤΡ, ΑΙΣΘΗΤ:

Badesalz ουδ
Badezusatz αρσ
Rheumabad ουδ

ιδιωτισμοί:

es in sich δοτ haben οικ

II . sel [sɛl]

gemmé(e) [ʒɛme] ΕΠΊΘ λογοτεχνικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina