Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: fessier , fesser , fessée , fesse , rumsteck , romsteck και festoyer

festoyer [fɛstwaje] ΡΉΜΑ αμετάβ

romsteckNO [ʀɔmstɛk], rumsteakOT ΟΥΣ αρσ

fesse [fɛs] ΟΥΣ θηλ

ιδιωτισμοί:

avoir qn aux fesses οικ
serrer les fesses οικ
Bammel haben οικ

I . fessier [fesje] ΕΠΊΘ

Gesäß-

II . fessier [fesje] ΟΥΣ αρσ χιουμ οικ

Hinterteil ουδ οικ
Allerwerteste(r) αρσ χιουμ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina