Γαλλικά » Γερμανικά

I . certifié(e) [sɛʀtifje] ΕΠΊΘ (titulaire du C.A.P.E.S)

II . certifié(e) [sɛʀtifje] ΟΥΣ αρσ(θηλ) (titulaire du C.A.P.E.S)

certifié(e)

Παραδειγματικές φράσεις με certifié

professeur certifié

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "certifié" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina