Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mystère , kyste , myrte , mystifier , mystique και mystérieux

mystère®2 [mistɛʀ] ΟΥΣ αρσ ΜΑΓΕΙΡ

myrte [miʀt] ΟΥΣ αρσ

Myrte θηλ

kyste [kist] ΟΥΣ αρσ

Zyste θηλ

mystérieux <πλ mystérieux> [misteʀjø] ΟΥΣ αρσ

2. mystérieux (personne):

I . mystique [mistik] ΕΠΊΘ

1. mystique:

2. mystique (exalté, fervent):

II . mystique [mistik] ΟΥΣ αρσ θηλ

Mystiker(in) αρσ (θηλ)

III . mystique [mistik] ΟΥΣ θηλ

1. mystique:

2. mystique μτφ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina