Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: potentille , tenaille , tulle και nul nulle

tenaille

tenaille → tenailles

Βλέπε και: tenailles

tenailles [t(ə)nɑj] ΟΥΣ fpl

ιδιωτισμοί:

jdn in die Zange nehmen οικ

tulle [tyl] ΟΥΣ αρσ

Tüll αρσ
potentille θηλ ΒΟΤ
Fingerkraut ουδ
potentille (potentilla erecta) θηλ ΒΟΤ
Blutwurz θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina