believing στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για believing στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

1. believe (accept as true):

2. believe (think, be of the opinion):

1. believe (have confidence, trust):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to delude oneself into believing that

Μεταφράσεις για believing στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

believing στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για believing στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to delude sb into believing sth
seeing is believing
I was gulled into believing that
to con sb into believing that
to lull sb into believing that

Μεταφράσεις για believing στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
believing

believing Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

I was gulled into believing that
to con sb into believing that
to delude sb into believing sth
seeing is believing
to lull sb into believing that

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "believing" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski