Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρόλο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρολό [rɔˈlɔ] SUBST ουδ

1. ρολό (καθετί τυλιγμένο):

Rolle θηλ
Faxrolle θηλ

2. ρολό (παραθύρου):

Rollladen αρσ

3. ρολό (κρέας):

Rollbraten αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский