Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρολόι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρολόι [rɔˈlɔi] SUBST ουδ

1. ρολόι (και μετρητής):

ρολόι
Uhr θηλ
Tischuhr θηλ
ρολόι του χεριού
Armbanduhr θηλ
ρολόι της τσέπης
Taschenuhr θηλ
ατομικό ρολόι
Atomuhr θηλ
βιολογικό ρολόι
biologische Uhr θηλ
ηλιακό ρολόι
Sonnenuhr θηλ
ρολόι με χαλαζία
Quarzuhr θηλ
ψηφιακό ρολόι
Digitaluhr θηλ

2. ρολόι ΑΣΤΡΟΝ:

Pendeluhr θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский