στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
cerebrale [tʃereˈbrale] ΕΠΊΘ
1. cerebrale ΙΑΤΡ:
2. cerebrale (intellettualistico) μτφ:
- cerebrale persona, scrittore, film, musica
-
3. cerebrale ΓΛΩΣΣ:
- cerebrale
-
- rammollimento cerebrale
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.