Oxford Spanish Dictionary
técnico2 (técnico) [o (técnica)] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. técnico (en una fábrica):
2. técnico (de lavadoras, etc):
director (directora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. director:
2. director ΕΜΠΌΡ:
στο λεξικό PONS
II. director(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
I. técnico (-a) ΕΠΊΘ
II. director(a) [di·rek·ˈtor, -·ˈto·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
I. técnico (-a) [ˈtek·ni·ko, -a] ΕΠΊΘ
II. técnico (-a) [ˈtek·ni·ko, -a] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. técnico ΤΕΧΝΟΛ:
2. técnico (especialista):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.