Oxford Spanish Dictionary
decimoséptimo1 (decimoséptima) ΕΠΊΘ
1. decimoséptimo (ordinal) para ejemplos ver quinto
- decimoséptimo (decimoséptima)
-
2. decimoséptimo (partitivo):
quinto2 ΟΥΣ αρσ
1.1. quinto (partitivo):
1.2. quinto (en México):
quinto1 (quinta) ΕΠΊΘ
1. quinto (ordinal):
decimoséptimo2 ΟΥΣ αρσ
- decimoséptimo
-
-
- decimoséptimo
στο λεξικό PONS
-
- decimoséptimo, -a
-
- decimoséptimo(-a) αρσ (θηλ)
-
- decimoséptimo, -a
-
- decimoséptimo(-a) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.