στο λεξικό PONS
ob·li·ga·to·risch [obligaˈto:rɪʃ] ΕΠΊΘ τυπικ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
obligatorische Versicherung phrase ΑΣΦΆΛ
- obligatorische Versicherung
-
obligatorische Rückversicherung phrase ΑΣΦΆΛ
- obligatorische Rückversicherung
-
-
- obligatorische Rückversicherung θηλ
-
- obligatorische Versicherung θηλ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.