I. mit·tel·bar [ˈmɪtl̩ba:ɐ̯] ΕΠΊΘ
II. mit·tel·bar [ˈmɪtl̩ba:ɐ̯] ΕΠΊΡΡ
- mittelbare Täterschaft
-
- mittelbare Besitzverschaffung
-
- mittelbare Stellvertretung
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.