I. me·di·zi·nisch [mediˈtsi:nɪʃ] ΕΠΊΘ
1. medizinisch (ärztlich):
2. medizinisch (heilkundlich):
3. medizinisch (heilend):
II. me·di·zi·nisch [mediˈtsi:nɪʃ] ΕΠΊΡΡ
1. medizinisch (ärztlich):
2. medizinisch (heilkundlich):
3. medizinisch (heilend):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.