ge·fühls·du·se·lig, ge·fühls·dus·lig ΕΠΊΘ μειωτ οικ
Ge·fühls·du·se·lei <-, -en> [-du:zəˈlai] ΟΥΣ θηλ μειωτ οικ
ge·fühls·kalt ΕΠΊΘ
1. gefühlskalt (frigide):
2. gefühlskalt (eiskalt):
Ge·fühls·an·wand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ge·fühls·aus·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ
ge·fühls·echt ΕΠΊΘ
Ge·fühls·cha·os [gəˈfy:lska:ɔs] ΟΥΣ ουδ kein πλ οικ
ge·fühls·be·tont ΕΠΊΘ
Ge·fühls·le·ben <-> ΟΥΣ ουδ kein πλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.