Streif·zug <-(e)s, -züge> ΟΥΣ αρσ
1. Streifzug (Bummel):
- Streifzug
-
2. Streifzug ΙΣΤΟΡΊΑ (Raubzug):
- Streifzug
-
3. Streifzug (Exkurs):
- Streifzug
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.