στο λεξικό PONS
equi·ty ac·ˈcount·ing ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Equity-Methode ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
equity method ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- Epos
- EPR
- EPROM
- Epstein-Barr-Virus
- Equalizer
- Equity-Methode
- Equity Securitization
- er
- erachten
- erahnen
- erarbeiten