στο λεξικό PONS
Ei·gen·ka·pi·tal·be·darf <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Ka·pi·tal·be·darf <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Auf·hol·be·darf <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ
Ma·te·ri·al·be·darf <-(e)s, -ohne pl> ΟΥΣ αρσ kein πλ ΟΙΚΟΝ, ΤΕΧΝΟΛ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Nettokapitalbedarf ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Bruttokapitalbedarf ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Kapitalbedarfsplan ΟΥΣ αρσ CTRL
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Bassschlüssel
- Bassstimme
- Basstölpel
- Bast
- basta
- Bastelbedarf
- Bastelei
- basteln
- Bastille
- Bastion
- Bastler