στο λεξικό PONS
Über·hol·ver·bot <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ
- Überholverbot
-
- Überholverbot (Strecke)
-
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Überholverbot ΥΠΟΔΟΜΉ
- Überholverbot
-
-
- Überholverbot
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.