I. champion(ne) [ʃɑ͂pjɔ͂, -jɔn] ΕΠΊΘ οικ
II. champion(ne) [ʃɑ͂pjɔ͂, -jɔn] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
1. champion ΑΘΛ,:
- champion(ne) a. μτφ
-
- champion(ne) a. μτφ
- Champion αρσ
- grand champion ΣΚΆΚΙ
-
- champion national/championne nationale
- Landesmeister(in)
2. champion (défenseur):
- champion(ne)
-
- champion(ne)
-
vice-champion(ne) <vice-champions> [visʃɑ͂pjɔ͂, jɔn] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.