Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. fanatique [fanatik] ΕΠΊΘ
II. fanatique [fanatik] ΟΥΣ αρσ θηλ
1. fanatique (extrémiste religieux):
3. fanatique (enthousiaste):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.