στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. intontito [intonˈtito] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
intontito → intontire
II. intontito [intonˈtito] ΕΠΊΘ (per un colpo)
I. intontire [intonˈtire] ΡΉΜΑ μεταβ
II. intontirsi ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
I. ubriaco <m.πλ ubriachi, f.pl. ubriache> [ubriˈako, ki, ke] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.