Oxford Spanish Dictionary
murderous [αμερικ ˈmərd(ə)rəs, βρετ ˈməːd(ə)rəs] ΕΠΊΘ
1. murderous:
2. murderous (deadly, lethal):
- murderous onslaught
-
- murderous roads
-
στο λεξικό PONS
murderous [ˈmɜ:dərəs, αμερικ ˈmɜ:r-] ΕΠΊΘ
2. murderous (very taxing):
- murderous heat
-
- asesino (-a)
- murderous
- asesino (-a)
- murderous
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.