Oxford Spanish Dictionary
I. interim [αμερικ ˈɪn(t)ərəm, βρετ ˈɪnt(ə)rɪm] ΕΠΊΘ προσδιορ
- interim measure/solution
-
- interim measure/solution
- provisorio Ν Αμερ
- interim head/chairman
-
- interim accounts
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.