στο λεξικό PONS
I. prem·ier [ˈpremiəʳ, αμερικ prɪˈmɪr] ΟΥΣ
- premier
-
- premier
- Premier αρσ <-s, -s>
- premier καναδ, αυστραλ
-
II. prem·ier [ˈpremiəʳ, αμερικ prɪˈmɪr] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
- premier
-
state ˈprem·ier ΟΥΣ αυστραλ
- state premier
-
- Bundesliga ΠΟΔΌΣΦ
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
premier status ΟΥΣ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
- premier status (Führungsposition)
- Leaderposition θηλ
premier league ΟΥΣ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
- premier league
- Spitzenklasse θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.