στο λεξικό PONS
con·sul·tan·cy [kənˈsʌltən(t)si] ΟΥΣ
1. consultancy no pl (advice):
2. consultancy (firm):
port·fo·lio [ˌpɔ:tˈfəʊliəʊ, αμερικ ˌpɔ:rtˈfoʊlioʊ] ΟΥΣ
1. portfolio (case):
2. portfolio (of drawings, designs):
3. portfolio ΧΡΗΜΑΤΟΠ (financial investments):
4. portfolio ΠΟΛΙΤ (ministerial position):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
portfolio consultancy ΟΥΣ ΤΜΉΜ
consultancy ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
portfolio ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
consultancy
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.