στο λεξικό PONS
 
  
 I. off-ˈpeak ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. off-peak telephone call:
2. off-peak electricity supply:
 
  
 Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
 
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
