στο λεξικό PONS
be·ˈhav·ior ΟΥΣ αμερικ
behavior → behaviour
I. be·hav·iour, αμερικ be·hav·ior [bɪˈheɪvjəʳ, αμερικ -vjɚ] ΟΥΣ no pl
II. be·hav·iour, αμερικ be·hav·ior [bɪˈheɪvjəʳ, αμερικ -vjɚ] ΟΥΣ modifier
behaviour (pattern):
I. be·hav·iour, αμερικ be·hav·ior [bɪˈheɪvjəʳ, αμερικ -vjɚ] ΟΥΣ no pl
II. be·hav·iour, αμερικ be·hav·ior [bɪˈheɪvjəʳ, αμερικ -vjɚ] ΟΥΣ modifier
behaviour (pattern):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
headway behaviour ΚΥΚΛΟΦ ΡΟΉ
headway ΚΥΚΛΟΦ ΡΟΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- head-to-head contest
- head-to-toe
- head towards
- head up
- head-up display
- headway behaviour
- headwind
- headword
- heady
- heal
- healer