στο λεξικό PONS
con·ver·ˈsa·tion·al mode [ˌkɒnvəˈseɪʃənəl-, αμερικ ˌkɑ:nvɚˈ-] ΟΥΣ Η/Υ
mode [məʊd, αμερικ moʊd] ΟΥΣ
1. mode (way):
2. mode (type):
- mode heat
-
3. mode Η/Υ, ΤΕΧΝΟΛ (operation):
4. mode ΓΛΩΣΣ:
-
- Aussageweise θηλ
5. mode no pl dated τυπικ (fashion):
7. mode (most frequent number in sample):
con·ver·sa·tion·al1 [ˌkɒnvəˈseɪʃənəl, αμερικ ˌkɑ:nvɚˈ-] ΕΠΊΘ
con·ver·sa·tion·al2 [ˌkɒnvəˈseɪʃənəl, αμερικ ˌkɑ:nvɚˈ-] ΟΥΣ Η/Υ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
mode
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.