Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. maximaliste [maksimalist] ΕΠΊΘ
- maximaliste revendication, position, discours
-
- maximaliste attitude, personne
-
II. maximaliste [maksimalist] ΟΥΣ αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.