Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
attractive [βρετ əˈtraktɪv, αμερικ əˈtræktɪv] ΕΠΊΘ
- stunningly attractive
-
στο λεξικό PONS
attractive [əˈtræktɪv] ΕΠΊΘ
2. attractive (pleasant):
- attractive
-
- attrayant(e)
- attractive
- attractif (-ive)
- attractive
-
- attractive
- appétissant(e)
- attractive
-
- attractive
-
- attractive
-
- attractive
attractive [ə·ˈtræk·tɪv] ΕΠΊΘ
2. attractive (pleasant):
- attractive
-
- attractif (-ive)
- attractive
- attrayant(e)
- attractive
- appétissant(e)
- attractive
-
- attractive
-
- attractive
-
- attractive
-
- attractive
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.