Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
Alcoholics Anonymous, AA
- Alcoholics Anonymous
-
I. alcoholic [βρετ alkəˈhɒlɪk, αμερικ ˌælkəˈhɔlɪk] ΟΥΣ
-
- alcoolique αρσ θηλ
II. alcoholic [βρετ alkəˈhɒlɪk, αμερικ ˌælkəˈhɔlɪk] ΕΠΊΘ
- alcoholic person, stupor, haze
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.