Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. coloured βρετ, colored αμερικ [βρετ ˈkʌləd, αμερικ ˈkələrd] ΟΥΣ
II. coloureds ΟΥΣ
coloureds ουσ πλ (laundry):
III. coloured βρετ, colored αμερικ [βρετ ˈkʌləd, αμερικ ˈkələrd] ΕΠΊΘ
1. coloured κυριολ:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.