Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασχολία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασχολία [asxɔˈlia] SUBST θηλ (και επαγγελματική)

Παραδειγματικές φράσεις με ασχολία

βρίσκω ασχολία
κύρια ασχολία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский