Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασχήμια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασχήμια [asˈçimɲa], ασκήμια [asˈcimɲa] SUBST θηλ

ασχήμια
Hässlichkeit θηλ

ασχημία [asçiˈmia] SUBST θηλ

1. ασχημία (αντίθετο ομορφιάς):

Hässlichkeit θηλ

2. ασχημία μτφ (απρέπεια):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский