Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: stets , steil και steif

stets [ʃteːts] ΕΠΊΡΡ

steif [ʃtaɪf] ΕΠΊΘ

2. steif (Gliedmaßen):

3. steif (förmlich):

5. steif (Wind, Grog):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский