Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στερεός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στερε|ός <-ή, -ό> [stɛrɛˈɔs], στέρε|ος [ˈstɛrɛɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

1. στερεός (πυκνής σύστασης):

στερεός

2. στερεός (που αντέχει):

στερεός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский