Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τυπικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τυπικ|ός <-ή, -ό> [tipiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. τυπικός (σύμφωνα με τους τύπους):

τυπικός

2. τυπικός (χαρακτηριστικός):

τυπικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский