Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mietfrei , mies , mieten και miefen

miefen ΡΉΜΑ αμετάβ μειωτ οικ

[s]chlinguer οικ

mieten [ˈmiːtən] ΡΉΜΑ μεταβ

mies [miːs] ΕΠΊΘ οικ

1. mies (schlecht):

dégueulasse οικ
minable οικ

2. mies (krank):

se sentir patraque οικ

II . mietfrei ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina