Γερμανικά » Γαλλικά

I . befristet ΕΠΊΘ

2. befristet ΧΡΗΜΑΤΟΠ:

à terme

II . befristet ΕΠΊΡΡ

Παραδειγματικές φράσεις με befristetes

ein auf drei Monate befristetes Visum

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina