Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: cadenasser , cadencer , désennuyer , dénuder , Ardennes , fadette και fadeur

fadeur [fadœʀ] ΟΥΣ θηλ

2. fadeur μτφ:

Farblosigkeit θηλ

Ardennes [aʀdɛn] ΟΥΣ fpl

I . dénuder [denyde] ΡΉΜΑ μεταβ

1. dénuder (dévêtir):

2. dénuder (laisser voir):

3. dénuder ΗΛΕΚ:

I . désennuyer [dezɑ͂nɥije] λογοτεχνικό ΡΉΜΑ μεταβ

II . désennuyer [dezɑ͂nɥije] λογοτεχνικό ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina