warring στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για warring στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. war (armed conflict):

guerra θηλ

II.war <forma in -ing warring, παρελθ, μετ παρακειμ warred> [βρετ wɔː, αμερικ wɔr] ΡΉΜΑ αμετάβ

warring στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για warring στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

guerra θηλ

warring Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

warring factions

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski