στο λεξικό PONS
ˈfixed-term ΕΠΊΘ
ˈnum·bered ac·count ΟΥΣ
numbered account → number account
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
fixed-term deposit ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- Termingeld ουδ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
cambered kerb ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.