I.bolt [βρετ bəʊlt, αμερικ boʊlt] ΟΥΣ
8. bolt (dash):
- décamper οικ
II.bolt upright ΕΠΊΘ
III.bolt [βρετ bəʊlt, αμερικ boʊlt] ΡΉΜΑ μεταβ
IV.bolt [βρετ bəʊlt, αμερικ boʊlt] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. bolt (flee):
- détaler οικ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.